Υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα: Επιστήμονας υποστηρίζει τη σήμανσή τους όπως των προϊόντων καπνού

Τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα αποτελούν μια μεγάλη πρόκληση για την υγιεινή μας διατροφή καθώς γίνονται όλο και πιο δημοφιλή. Αυτά τα τρόφιμα συμβάλλουν στην εξάπλωση της παχυσαρκίας και σύμφωνα με έναν καθηγητή από το Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο, θα έπρεπε να φέρουν ειδικές ενδείξεις στη συσκευασία τους, παρόμοιες με αυτές των προϊόντων καπνού.

Μπορούμε να αναγνωρίσουμε αυτά τα τρόφιμα αν εξετάσουμε τη διατροφική τους ετικέτα. Συνήθως περιέχουν υψηλές ποσότητες αλατιού, ζάχαρης, λιπών, σταθεροποιητών και συντηρητικών, ενώ είναι φτωχά σε συστατικά που βρίσκουμε σε υγιεινά τρόφιμα όπως τα φρούτα και τα λαχανικά.

Ο καθηγητής Carlos Monteiro μίλησε στην εφημερίδα The Guardian για τις επιπτώσεις που έχει η κατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων στην υγεία μας, κατά τη διάρκεια του Διεθνούς Συνεδρίου για την Παχυσαρκία στη Βραζιλία. Προτείνει να ληφθούν μέτρα ενημέρωσης του κοινού:

«Τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα κυριαρχούν στη διεθνή διατροφή παρά το γεγονός ότι είναι επικίνδυνα και συνδέονται με πολλές χρόνιες ασθένειες. Αντικαθιστούν τα πιο υγιεινά φαγητά παγκοσμίως και επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα της διατροφής μας λόγω των επιβλαβών συστατικών τους», δήλωσε ο Monteiro, ο οποίος μελετά το θέμα εδώ και πολλά χρόνια.

Σύμφωνα με δεδομένα, στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, το 50% της καθημερινής διατροφής προέρχεται από υπερ-επεξεργασμένα προϊόντα, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται στο 80% σε ομάδες με χαμηλό εισόδημα.

Τον Φεβρουάριο δόθηκε στη δημοσιότητα η πιο πρόσφατη έρευνα για τα UPF (Υπερ-επεξεργασμένα Τρόφιμα), η οποία εντοπίζει 32 βλαβερές επιπτώσεις στον οργανισμό όπως καρδιαγγειακά προβλήματα, καρκίνος και διαβήτης τύπου 2.

Ο Monteiro και η ομάδα του ήταν οι πρώτοι που εισήγαγαν τον όρο UPF πριν από 15 χρόνια και ανέπτυξαν ένα σύστημα κατάταξης των τροφίμων με βάση τα συστατικά και την επεξεργασία τους. Σύμφωνα με τον καθηγητή, αυτό το σύστημα δεν αρκεί πλέον για να ενημερώνει το κοινό για τους κινδύνους αυτών των προϊόντων και υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχουν προειδοποιήσεις στη συσκευασία τους ανάλογες με αυτές των προϊόντων καπνού.

«Θα πρέπει επίσης να περιοριστούν ή να απαγορευτούν οι διαφημίσεις αυτών των προϊόντων», τονίζει ο Monteiro, προτείνοντας ότι αυτά τα τρόφιμα θα πρέπει να αποτελούν απαγορευμένα και στις καντίνες των σχολείων. Μια πιθανή λύση θα μπορούσε να είναι και η αύξηση των φόρων επί αυτών, ώστε να δημιουργηθεί χρηματοδότηση για την προμήθεια φρέσκων τροφίμων στα σχολεία.

Είναι εφικτό ένα τέτοιο σύστημα σήμανσης; Η Dr. Hilda Mulrooney του London Metropolitan University υποστηρίζει ότι η σύγκριση των UPF με το κάπνισμα είναι απλουστευτική, καθώς δεν υπάρχει ασφαλές τσιγάρο, αλλά τα συστατικά των τροφίμων αυτών όπως ζάχαρη και αλάτι, δεν είναι πάντα βλαβερά. Κρίνει ότι ο καθένας πρέπει να αξιολογεί τις επιπτώσεις ενός συστατικού στον οργανισμό του, και σε ποιές ποσότητες, άρα η δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος σήμανσης δεν είναι εφικτή.

Παρ’ όλα αυτά, είναι ενδιαφέρον να δούμε τα συμπεράσματα του συνεδρίου που διεξάγεται εδώ και μισό αιώνα, με στόχο την ανταλλαγή απόψεων και την αναζήτηση λύσεων για την παχυσαρκία.

δειτε ακομα

δειτε ακομα