Το αποτέλεσμα των εκλογών αποτελεί μια τεκτονική αλλαγή στο πολιτικό σύστημα. Επιβεβαιώνει την ετυμηγορία των εκλογών του περασμένου Μαΐου, αλλά και εκείνες του Ιουλίου 2019. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιλήφθηκε τότε ότι είχε υποστεί μια στρατηγική ήττα – παρά το σχετικά μεγάλο ποσοστό του 31% που είχε πετύχει τότε. Ήταν μια νίκη κατά του λαϊκισμού. Στο βάθος ήταν μια νίκη του κινήματος «Μένουμε Ευρώπη», που γεννήθηκε τον Ιούνιο του 2015 όταν η Ελλάδα βρισκόταν αντιμέτωπη με τον κίνδυνο να βγει εκτός Ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κίνημα αυτό, που έχει μεγάλο βάθος, επηρεάστηκε από ένα ισχυρό ρεύμα κοινής γνώμης το οποίο ανέδειξε αργότερα τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ, αλλάζοντας το πολιτικό πανόραμα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης βασίστηκε σε αυτήν τη δυναμική της ελληνικής κοινωνίας και αυτός ήταν ο λόγος που κέρδισε τις εκλογές το 2019, καθώς και τώρα. Ο Μητσοτάκης κατάφερε να αξιοποιήσει τη δυναμική του λαϊκισμού που οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία και να την μετατρέψει σε υποστήριξη των δημοκρατικών θεσμών, των μεταρρυθμίσεων και της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή η δυναμική οφείλεται στο πλήγμα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ με την απλή αναλογική εκλογική μέθοδο, με την οποία είχε προσπαθήσει να αποδυναμώσει τη ΝΔ.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη αντιμετώπισε με επιτυχία σημαντικά προβλήματα της χώρας κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών της θητείας της, παρόλο που υπήρξαν λάθη και αρνητικά σημεία σε ορισμένες κυβερνητικές ενέργειες. Στις χθεσινές εκλογές, οι ψηφοφόροι έδειξαν την έμπρακτη εμπιστοσύνη τους προς τον Μητσοτάκη και τη ΝΔ, λαμβάνοντας υπόψη τη συνολική πορεία της κυβέρνησης και τις προοπτικές για το μέλλον.
Παρά τις προβλέψεις που έγιναν από πολιτικούς παρατηρητές, οι οποίοι πίστευαν ότι ο Μητσοτάκης θα έπρεπε να κάνει παραχωρήσεις στον λαϊκισμό και τη δημαγωγία, ο επίμονος χαρακτήρας του απέδωσε. Αυτή ήταν μια στάση μεταρρυθμιστικής αποφασιστικότητας, χωρίς συμβιβασμούς, η οποία δεν παραβλέπει την βασική αρχή ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού.