Οι κορυφαίοι ρυπαίνοντες στην Ευρώπη βλέπουν ολοένα και υψηλότερα επιτόκια στα ομόλογά τους, όπως αναφέρει έκθεση της ολλανδικής κεντρικής τράπεζας.
Από το 2020, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε να σχεδιάζει τη μετάβαση προς μια πράσινη οικονομία, η διαφορά στο κόστος δανεισμού μεταξύ των εταιρειών με υψηλές και χαμηλές εκπομπές έχει αυξηθεί κατά πάνω από 40 μονάδες βάσης, σύμφωνα με την De Nederlandsche Bank (DNB).
Επιπλέον, οι ρυπαίνοντες που επενδύουν σε τεχνολογίες μείωσης των εκπομπών έχουν πιο ευνοϊκούς όρους στην αγορά ομολόγων, σε σύγκριση με εκείνους που δεν το κάνουν. Η DNB εκτιμά την ονομαστική αξία του χρέους σε 1,6 τρισεκατομμύρια ευρώ, όπως αναφέρει το Bloomberg.
«Οι επενδυτές απαιτούν ένα “ασφάλιστρο κινδύνου” για να καλύψουν τους κινδύνους των εταιρειών με υψηλές εκπομπές», σημειώνει η DNB. «Αυτό το ασφάλιστρο είναι πιο χαμηλό για τις ευρωπαϊκές εταιρείες που επενδύουν σε βιώσιμες καινοτομίες».
Η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ, η οποία στοχεύει σε καθαρές μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050, εγκρίθηκε το 2020. Αυτή η στρατηγική απαιτεί εκσυγχρονισμό των βιομηχανιών, ειδικά όσων ρυπαίνουν περισσότερο, καθώς και προστασία της βιοποικιλότητας και του περιβάλλοντος.
Η Πράσινη Συμφωνία έχει αυξήσει τα «ασφάλιστρα κινδύνου» τόσο για τα βραχυπρόθεσμα όσο και για τα μακροπρόθεσμα ομόλογα, σύμφωνα με την DNB. Αν και η πανδημία και άλλοι παράγοντες επηρεάζουν τις τιμές, τα στοιχεία «δείχνουν ότι οι εταιρείες με χαμηλότερες εκπομπές μπορούν να δανειστούν με χαμηλότερο κόστος».